Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2011

Too fast too furious

Να να να να
Τουρου ρου ρου ρου
Περπατούσα πολλές ώρες τη μέρα της απεργίας. Είχα κουραστεί εν τω μεταξύ να σκέφτομαι τι ώρα θα κάνω αυτό, τι ώρα πρέπει να είμαι στο τάδε σημείο. Εν τω μεταξύ (δεύτερη φορά)  κουβαλούσα και μια τεράστια τσάντα με πυτζάμες, καλλυντικά και δεύτερα ρούχα. Θα έμενα στην φίλη μου την Τ. , στο φοβερό και τρομερό σπίτι της που ό,τι και να κάνεις δεν την πειράζει καθόλου. Σου φέρεται σα να είναι δικό σου σπίτι. Κοιμήθηκα και στο διπλό της, φοβερός ύπνος. Ροχάλιζα βέβαια λίγο αλλά δεν έφταιγα εγώ είχα το λαιμό μου. Συγχωρείστε με. Ευτυχώς οι άντρες ροχαλίζουν κι αυτοί επομένως ελπίζω να μην έχω πρόβλημα στο μέλλον.
Κι όταν, που λέτε, περπατούσα αναρωτιόμουν τι κάνω, αν πρέπει να κάνω αυτό που κάνω, αν πρέπει να σπουδάζω αυτό που σπουδάζω αφού το μόνο που θέλω να κάνω είναι να τελειώνω με αυτή την σχολή, να ξεμπερδεύω. Συνάντησα την καθηγήτρια της πτυχιακής μου προχθές και μου μιλούσε για μεταπτυχιακά και για σπουδές. Να με βοηθήσει ήθελε. Πως να της πω εγώ ότι κατά τύχη πέρασα εδώ που πέρασα; Όντως πέρασα κατά τύχη.
Μπαίνεις λοιπόν στο αμφιθέατρο και βλέπεις και την κουτσή Μαρία. Βλέπεις απο δερμάτινο κολάν, 9 το πρωί μέχρι μεταλλά που να είναι ίδιος ο Michael Jackson. Φιλοσοφική βλέπετε. Μία επιτηρήτρια γεματούλα και πολύ συμπαθητική βοηθάει έναν ξανθούλη με γυαλάκια και του ψιθυρίζει τις απαντήσεις. Εμένα πάλι μου εξηγεί πως γράφεται μια λέξη στην εκφώνηση των θεμάτων αλλά δεν μου την πέφτει εννοείται. Η μπροστινή μου αντιγράφει με δεύτερες κόλλες. Την πιάνουν και τραβάει την κόλλα αναφοράς απο την καθηγήτρια για να μην της την πάρει..! Δε θα ήταν πιο ωραίο να πηγαίνουμε και να λέμε τι καταλάβαμε ή ό,τι γνωρίζουμε;
Τελοσπάντων, το θέμα είναι ότι αν τα πάω καλά και την τελειώσω τη ρημαδοσχολή, δε ξέρω τι θα κάνω μετά και αυτό με φοβίζει περισσότερο.
Δε θέλω να γυρνάω με τα πόδια και με μέσα πάντως ό,τι κι αν κάνω. Κουράστηκα να βλέπω αλλοδαπούς ατον δρόμο, ανθρώπους να πεινάνε και ανθρώπους να βρωμάνε επίσης δίπλα μου στον ηλεκτρικό, να πιάνουν και τη δική μου θέση κι όταν γυρίζω σπίτι μου να νιώθω μπλιχλάκι. Κουράστηκα να κάνω αποστάσεις και κουράστηκα να μην ξέρω να οδηγώ, να μην ξέρω δηλαδή προορισμούς. Πάντα είχα τέτοιο θέμα. Φοβόμουν μη χαθώ. Τραύμα από έναν γάμο στο χωριό μου, έκαναν τον γύρο του χωριού τόσα άτομα πίσω απο την νύφη που με δυσκολία μπορούσα να βρω τους γονείς μου. Από τότε,  άμα χαθώ, φοβάμαι.
Κι όταν περπατάς στην Αθήνα πάλι χάνεσαι. Αλλά χάνεσαι με μία έννοια διαφορετική... Χάνεσαι, ξεχνιέσαι, περνάς βιαστικά από πρόσωπα και καταστάσεις.Παίρνεις βιαστικά τις μυρωδιές των άλλων κι όλη αυτή η συλλογή πληροφοριών σε ζαλίζει. Δε σε μεθάει, σε ζαλίζει. Αγχώνεσαι και τρέχεις να προλάβεις ίσως το  040 ή το μετρό που φεύγει σε 1 λεπτό κι όχι σε 8 λεπτά. Στριμώχνεσαι και κρατάς με δύναμη την τσάντα σου. Σου πατάνε τα καινούργια σου παπούτσια. Νευριάζεις. Τους βρίζεις απο μέσα σου. Ο απέναντί σου ακούει metal δυνατά και μετά, στον Πλούταρχο, το χαμηλώνει. Γιατί άραγε; :p Όλα στην Αθήνα τρέχουν με ταχύτητα φωτός. Η ατμόσφαιρα μυρίζει άγχος. Το μισώ το άγχος. Μακάρι να μπορούσα να κάνω ό,τι θέλω χωρίς κανένα άγχος. Και μακάρι να μην έκανα ποτέ σχέσεις που με αγχώνουν.

2 σχόλια:

Χρήστος Α. Μιχαήλ είπε...

Ο ήχος της βροχής είναι σαφώς καλύτερος.

Amelie είπε...

Ψιχαλίζει :)
2:05